ναρκωτισμός

ναρκωτισμός
ο
το σύνολο τών διαταραχών και παρενεργειών που προκαλούνται από παρατεταμένη χρήση ναρκωτικών ουσιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. narcotism < γαλλ. narcotisme < ναρκωτικό + κατάλ. -ισμός*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”